4.4.1
Logeion
Perseus analysis of πολυδειράδος:
πολυδειράς (with many ridges): masc/fem gen sg
LSJ entry
πολῠδειράς 1
πολυδειράς
(A),
άδος
,
ὁ
,
ἡ
, (
δειράς
)
A.
with
many
ridges,
Οὐλύμποιο
Il. 1.499
,
5.754
.