Logeion

Perseus analysis of προβάλοντο:

προβάλλω (throw): aor ind mid 3rd pl (homeric ionic)

LSJ entry


Previous Entry Next Entry

προβάλλω 

προβάλλω, fut. -βᾰλῶ: pf. -βέβληκα: Ep.aor.2 προβάλεσκον Od. 5.331: Hom. has only aor. Act. and Med. without augm.:—
III. hold before oneself so as to protect, λαιᾷ ἴτυν Tyrt. 15.3; Πηλεΐδᾳ κατʼ ὄμμα πέλταν E. Rh. 370 (lyr.); τὼ χεῖρε Ar. Ra. 201; π. τὰ ὅπλα level arms, opp. μεταβάλλεσθαι (cf. προβολή I), τὴν φάλαγγα ἐκέλευσε προβαλέσθαι τὰ ὅπλα καὶ ἐπιχωρῆσαι X. An. 1.2.17, cf. 6.5.16, Mem. 3.8.4: in pf. Pass., σάρισαν προβεβλημένος having his pike advanced, with levelled pike, D.S. 17.100; τοὺς θυρεοὺς πρὸ τῶν νώτων . . -βεβλημένοι Arr. Tact. 36.1; εἰκοσάπηχύν τινα προβεβλ. κοντόν Luc. DMort. 27.4; also προβεβλημένοι τοὺς θωρακοφόρους having them to cover one in front, X. Cyr. 6.3.24; π. τάφρον, ποταμόν, of a general, Plb. 1.18.3, 2.5.5; π. τῆς . . στρατοπεδείας τεῖχος Id. 1.48.10, etc.; πόλις -βεβλημένη ποταμόν Str. 11.2.17; π. τὰ θηρία πρὸ τῶν κεράτων, λογχοφόρους τῆς δυνάμεως, Plb. 3.72.9, 3.113.6: abs., stand in front, πρὸ ἀμφοῖν προβεβλημένος standing so as to cover both, X. An. 4.2.21, cf. Cyr. 2.3.10: c. gen., τούτου προβέβληται Πολύευκτος D. 21.139; προβάλλεσθαι ἐναντίον βλέπειν οὔτʼ οἶδεν οὔτʼ ἐθέλει Id. 4.40; προαίρεσις τῆς πολιτείας προβεβλημένη a guarded policy, Id. 19.27; πρὸς ἅπαντας -βεβλημένος on oneʼs guard against, Plu. Dio 9:—Pass., ἱππῆς προβέβληνται πρὸ τοῦ δεξιοῦ κέρως Arr. Tact. 36.2; κράνη πρὸ τῆς κεφαλῆς π. ib.34.3.