Logeion

Perseus analysis of πόλεμός:

πόλεμος (war): masc nom sg

LSJ entry


Previous Entry Next Entry

πόλεμος 

πόλεμος, and Ep. πτόλεμος, ,
A. war, Il. 1.61, etc. (the usual meaning in post-Homeric Greek); also, battle, fight, ib.226, etc.; even of single combat, 7.174; πόλεμοί τε μάχαι τε 1.177, 5.891; φυλόπιδος . . καὶ πολέμοιο 18.242; ἀϋτήν τε πτόλεμόν τε 1.492, cf. 14.37,96; π. καὶ δηϊοτῆτος 5.348, etc.: periphr., νεῖκος, φύλοπις, ἔρις πολέμοιο, 13.271, 635, 17.253; π. ἄγριος, αἱματόεις, ἀργαλέος, ἀλίαστος, δακρυόεις, δήϊος, δυσηλεγής, δυσηχής, κακός, λευγαλέος, ὀϊζυρός, ὀκρυόεις, ὀλοός, ὁμοίιος, πευκεδανός, πολυᾶϊξ, πολύδακρυς, στυγερός, φθισήνωρ, ib.737, 19.313, Od. 24.531, Il. 2.797, 5.737, 7.119, 20.154, 2.686, 1.284, 13.97, 3.112, 9.64 (leg. κρυόεντος), 3.133, 9.440, 10.8, 1.165, 3.165, 4.240, 9.604; π. Ἀχαιῶν, ἀνδρῶν, i.e. brought by them, 3.165, 24.8 (pl.), etc.; τῶν βαρβάρων π. Th. 1.24; Ἑλλήνων π. X. HG 3.2.22; παρὼν π. Κορινθίων Th. 1.32; μέλλων καὶ ὅσον οὐ παρὼν π. ib.36; πρὸς Δαρεῖον π. Hdt. 6.2; ἀσχημοσύνῃ καὶ Ἔρωτι πρὸς ἀλλήλους ἀεὶ π. Pl. Smp. 196a; Δωριακὸς π. Orac. ap. Th. 2.54; Ἰωνικὸς π. Id. 8.11; Φωκικὸς π. Aeschin. 3.148; π. Δεκελεικός Isoc. 8.37, 14.31; π. ξενικός Arist. Pol. 1272b20; δουλικοὶ π. Ath. 6.272f; ἱερὸς π. Ar. Av. 556, etc.; πόλεμον ἄρασθαι levy war, A. Supp. 342, cf. Ar. Ach. 913, etc.: c. dat., τοῖσιν τοῖς π. αἴρεσθαι μέγαν A. Supp. 439; π. ἄρασθαι πρός τινας X. Cyr. 1.6.45; π. θέσθαι τινί E. Or. 13; π. ἀναιρέεσθαι Hdt. 5.36, cf. D. 1.7, etc.; π. κινεῖν, ἐγεῖραι, Th. 6.34, Hdn. 3.5.3; π. τοῖς ἔργοις ἐξενήνοχε D. 11.20, cf. Plu. 2.829e; ἐς π. καθίστασθαί τισι E. HF 1168; π. ἐπαγαγεῖν Aeschin. 3.140; ἀγαγεῖν ἐπί τινας D. 5.19; π. ποιεῖν make war, Id. 8.7; π. ποιεῖσθαι carry it on, X. An. 5.5.24; π. καταλύεσθαι put an end to it, And. 3.17, Th. 6.36; π. ἀναπέπαυται X. Cyr. 7.5.47: prov., οὐ πόλεμον ἐπαγγέλλεις, i.e. that is good news, Pl. Lg. 702d, Phdr. 242b: in pl., Democr. 250, etc.; διὰ τὴν τῶν χρημάτων κτῆσιν πάντες οἱ π. ἡμῖν γίγνονται Pl. Phd. 66c, cf. R. 460a, al.